O Γουόλτερ Σκοτ γεννήθηκε στο Εδιμβούργο το 1771. Ποιητής και γόνιμος μυθιστοριογράφος, ανήκει στη γενιά του ιστορικού μυθιστορήματος του 19ου αιώνα (Ουγκώ, Δουμάς κ.ά.). Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, αλλά στράφηκε από νωρίς στη μελέτη της ιστορίας και της λαογραφίας. Όταν ήταν 2 ετών έπαθε παράλυση και γι’ αυτό το λόγο στάλθηκε στη φάρμα του παππού του, στην ύπαιθρο. Όταν ο Σκοτ έγινε 15 ετών μπήκε στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα του, όπου εργάστηκε πολλά χρόνια. Τα νομικά δεν τον ενδιέφεραν καθόλου, αισθανόταν όμως μεγάλη αγάπη και σεβασμό για τον πατέρα του. Γι’ αυτόν το λόγο έμεινε στο νομικό επάγγελμα παρόλο που αυτό τον δυσαρεστούσε. Το 1796, όταν ήταν 25 ετών, εξέδωσε τα πρώτα ποιήματα άλλων λογοτεχνών μεταφρασμένα από τα γερμανικά. Το 1802 εξέδωσε τους δύο πρώτους τόμους του έργου του “Οι Τροβαδούροι στα Σκωτσέζικα Σύνορα”. Για το έργο αυτό ο Σκοτ μάζευε υλικό πολλά χρόνια. Η δημοσίευσή του τον ανέδειξε ως ποιητή και ως μυθιστοριογράφο. Ήτανε μια άμεση επιτυχία. Ο Σκοτ ανέβαινε διαρκώς στην κορυφή της επιτυχίας. Αν και δεν επεδίωκε τη φήμη και είχε γράψει όλα του τα μυθιστορήματα ανώνυμα, ήτανε γενικά γνωστό πως αυτός ήταν ο συγγραφέας τους. Μαζί με την αγάπη του κοινού έδρεψε την αναγνώριση και τις τιμές. Το 1820, το Αγγλικό Στέμμα τον ανακήρυξε βαρονέτο. Εκείνη την εποχή ο Σκοτ ήτανε σχετικά πλούσιος και ζούσε ζωή άρχοντα της υπαίθρου. Περνούσε κατά τα φαινόμενα τον καιρό του άπραγος, αφήνοντας τον εαυτό του στη διάθεση των πολλών του φίλων. Μονάχα ελάχιστοι στενοί φίλοι γνωρίζανε πόσο πρωί σηκωνότανε για να γράψει και να αντιμετωπίσει την ολοένα περισσότερο αυξανόμενη ζήτηση της εργασίας του αλλά και πόσους στομαχικούς πόνους και αγωνίες του έφερε η υπερκόπωση. Το 1826, ο εκδότης του Σκοτ χρεωκόπησε. Ο Σκοτ θεώρησε τον εαυτό του προσωπικά υπεύθυνο για τα χρέη του εκδότη και πλέον όλες οι προσπάθειες του συγγραφέα στράφηκαν στην καταπολέμηση των οικονομικών και των σωματικών ατυχημάτων. Όμως οι δυσκολίες ήταν πολύ μεγαλύτερες από όσες μπορούσε να αντιμετωπίσει. Έπειτα από 6 χρόνια αδιάκοπης και σκληρής προσπάθειας, πέθανε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1832. Δεν έμαθε ποτέ του πως η πώληση των έργων του μπορούσε να πληρώσει στο ακέραιο την υποχρέωση που ανέλαβε μόνος του να εξοφλήσει.